Παιώνια (Peony) : Πιθανώς το καλύτερο βότανο για την ρευματοειδή αρθρίτιδα !

Η παιώνια έχει πάρει το όνομά της από τον Παιάνα, έναν μαθητή του Ασκληπιού, του Πατέρα της Δυτικής Ιατρικής. Ο Ασκληπιός εζήλευε την μαθητή του, γι΄αυτό

Παιώνια (Peony) : Πιθανώς το καλύτερο βότανο για την ρευματοειδή αρθρίτιδα !

PAEONY (Παιώνια)

Οικογένεια : Paeoniaceae

Το βοτανικό φυτό γνωστό ως παιώνια (Paeonia), ιδιαίτερα οι ρίζες της Paeonia lactiflora (Bai Shao, Radix Paeoniae Lactiflorae), έχει χρησιμοποιηθεί συχνά από την παραδοσιακή Ιατρική της Κορέας, της Κίνας και της Ιαπωνίας. Το υδατικό/αιθανολικό εκχύλισμα της ρίζας της παιώνιας είναι γνωστό ως ολικές γλυκοσίδες της παιώνιας (total glucosides of peony; TGP).

Paeonia lactiflora

Η παιώνια έχει πάρει το όνομά της από τον Παιάνα, έναν μαθητή του Ασκληπιού, του Πατέρα της Δυτικής Ιατρικής. Ο Ασκληπιός εζήλευε την μαθητή του, γι΄αυτό και ο Δίας, για να αποφύγει ο Παιάνας την οργή του Ασκληπιού, τον μετέτρεψε στο φυτό παιώνια.

ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ

Η παιώνια (peony) είναι ένα ανθοφόρο φυτό του γένους Paeonia, το μόνο γένος της οικογένειας Paeoniaceae. Τα φυτά της οικογένειας αυτής είναι ιθαγενή της Ασίας, Νοτιότερης Ευρώπης και Δυτικής Βόρειας Αμερικής. Τα περισσότερα είναι ποώδη πολυετή φυτά, τα οποία φθάνουν σε ύψος τα 0.5-1.5 μέτρα, αν και μερικά ομοιάζουν με δένδρα φθάνοντας σε ύψος τα 1.5-3 μέτρα. Εχουν σύνθετα, βαθιά λοβωτά φύλλα και μεγάλα, συχνά ευωδιαστά, άνθη, χρώματος λευκού έως κόκκινου. 
Η Paeonia lactiflora (Κινεζική παιώνια ή κοινή παιώνια των κήπων)  είναι ένα είδος ποώδους πολυετούς ανθοφόρου φυτού της οικογένειας Paeoniaceae, ιθαγενές της Κεντρικής και Ανατολικής Ασίας, από το Ανατολικό Θιβέτ κατά μήκος της Κίνας έως την Ανατολική Σιβηρία. Αναπτύσσεται σε ξηρές, ανοιχτές, πετρώδεις πλαγιές, όχθες ποταμών και αραιές δασικές άκρες. Η Παιώνια έχει σαρκώδεις ρίζες, ύψος περίπου 60-100 εκ. με μεγάλα φύλλα μήκους 20-40 εκ. και άνθη μεγάλα και στρογγυλά, 5-10 λευκά, ρόζ ή πορφυρά πέταλα και κίτρινους στήμονες. 

ΦΥΤΟΧΗΜΙΚΑ ΣΥΣΤΑΤΙΚΑ

Πάνω από 262 συστατικά έχουν απομονωθεί από τα φυτά της οικογένειας Paeoniaceae : μονοτερπενοειδείς γλυκοσίδες, φλαβονοειδή, ταννίνες, στιλβενοειδή, τριτερπενοειδή και στεροειδή, παιονόλες και φαινόλες. 
Το υδατικό/αιθανολικό εκχύλισμα της Radix Paeoniae Alba περιέχει περισσότερα από 15 συστατικά (Zhang X et al, 2001; Tan J et al,  2010) :

Φυτοχημικά συστατικά παιώνιας

  • Αλβιφλορίνη 

  • Βενζοϋλπαιωνιφλορίνη 

  • Γαλλοϋλπαιωνιφλορίνη 

  • Λακτιφλορίνη 

  • Οξυπαιωνιφλορίνη 

  • Οξυβενζοϋλ-παιωνιφλορίνη 

  • Παιωνιφλοριγενόνη 

  • Παιωνιφλορίνη 

  • Παιωνίνη 

  • Παιωνολίδη 

  • Παιωνόλη 

Τα περισσότερα από τα συστατικά είναι μονοτερπενικές γλυκοσίδες. Απ’ αυτά, η παιωνιφλορίνη (C23H28O11, μοριακό βάρος 480.45), είναι ένα υδατοδιαλυτό και το κυριότερο (>90%) συστατικό της παιώνιας και ευθύνεται για τις φαρμακολογικές δράσεις των TGP, τόσο in vitro, όσο και in vivo. 

ΧΗΜΙΚΕΣ ΚΑΙ ΒΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΔΡΑΣΕΙΣ 

  • Αναλγητικές

  • Αντι-οξειδωτικές

  • Αντι-ογκωτικές

  • Αντι-παθογενετικές

  • Αντιφλεγμονώδεις

  • Ανοσοτροποποιητικές

  • Καρδιοπροστατευτικές

  • Δράσεις στο Κεντρικό Νευρικό σύστημα

ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ

Τα φυσικά σκευάσματα που περιέχουν γλυκοσίδες προερχόμενες από το εκχύλισμα ρίζας λευκής παιώνιας (paeony) πιστεύεται ότι έχουν αντιφλεγμονώδεις, αντι-οξειδωτικές και ανοσορυθμιστικές ιδιότητες.
Η αποξηραμένη ρίζα (χωρίς τον φλοιό) της Paeonia lactiflora Pall (Radix Paeoniae Alba), έχει χρησιμοποιηθεί ως ιατρικό βότανο από την παραδοσιακή Κινεζική Ιατρική επί αιώνες, όπου αποκαλείται Bái Sháo («White Peony»). 
Στην Κίνα, Κορέα και Ιαπωνία, το αφέψημα αποξηραμένης ρίζας (χωρίς τον φλοιό) του φυτού Paeonia lactiflora Pall έχει χρησιμοποιηθεί πάνω από 1.200 χρόνια για την θεραπεία πολλών νοσημάτων (ρευματοειδής αρθρίτιδα, συστηματικός ερυθηματώδης λύκος, ηπατίτιδα, δυσμηνόρροια, πυρετός, μυικές κράμπες, σπασμοί).
ΣΗΜΕΙΩΣΗ : Οι ολικές γλυκοσίδες της παιώνιας έχουν εγκριθεί από την State Food και Drug Administration των ΗΠΑ για την θεραπεία της ρευματοειδούς αρθρίτιδας. 

Αναλγητικές δράσεις TGP

Οι αναλγητικές δράσεις των TGP έχουν επιβεβαιωθεί σε διάφορα πειραματικά μοντέλα πόνου (Gao C et al, 2002; Lee B et al, 2008; Ou-Yang Y, 2008). 
Οι TGP καταστέλλουν τις συσπάσεις τις προκαλούμενες από ενδοπεριτοναϊκή ένεση οξεικού οξέος και την αντίδραση hot-plate σε ποντικούς ή/και αρουραίους. 
Η παιωνιφλορίνη ανακουφίζει από τον πόνο σε αρουραίους με σπλαγχνική υπεραλγησία προκαλούμενη από νεογνικό μητρικό αποχωρισμό. Η αναλγητική δράση της παιωνιφλορίνης επάγεται, τουλάχιστον εν μέρει, από τον υποδοχέα Α1 της αδενοσίνης (Zhang X et al, 2009).

Αντιφλεγμονώδεις δράσεις TGP

Οι TGP έχουν άμεσες αντιφλεγμονώδεις δράσεις σε πειραματόζωα με οξεία και υποξεία φλεγμονή (Gao C et al, 2002; Zheng Y and Wei W,  2005; Zhu L et al, 2005; Xu HM et al, 2007; Ou –Yang Y, 2008), όπως :

  • το οίδημα του ωτός από διμεθυλοβενζένιο, 

  • το οίδημα των ποδιών από καραγενάνη, 

  • το υποδόριο κοκκίωμα από ταμπόν, 

  • η αρθρίτιδα από ανοσοενισχυτικό Freund (Zheng YD and Wei W, 2005; Xu HM et al, 2007) 

  • η κολλαγονοεπαγόμενη αρθρίτιδα (Zhu L et al, 2005; Zhu L et al, 2006; Chang Y et al, 2009; Wang QT et al, 2011, Chang Y et al, 2011)

Σε αρουραίους με κολλαγονο-επαγόμενη αρθρίτιδα οι TGP καταστέλλουν τις δευτερογενείς φλεγμονώδεις αντιδράσεις και τις ιστολογικές αλλοιώσεις, μεταβάλλουν την υπερδομή των υμενοκυττάρων και αυξάνουν τα επίπεδα της IL-1 και του TNF-a (Zhu L et al, 2005).
Οι TGP καταστέλλουν την αρθρίτιδα από ανοσοενισχυτικό σε αρουραίους και παρεμβαίνουν στην σηματοδότηση των κυτταροκινών μεταξύ των διαφόρων τύπων των υμενοκυττάρων (Zheng YD and Wei W, 2005). 
Οι TGP προστατεύουν τους αρουραίους με κολλαγονο-επαγόμενη αρθρίτιδα από υπερδομικές αλλοιώσεις των υμενοκυττάρων και καταστέλλουν τον υπερβολικό πολλαπλασιασμό των υμενοκυττάρων και την υπερπαραγωγή IL-1, TNF-a και PGE2 (Zhu L et al, 2006).
Σε αρουραίους με αρθρίτιδα από ανοσοενισχυτικό, οι TGP καταστέλλουν την δραστηριότητα της IL-1 και του TNF-a, μειώνουν τα επίπεδα της PGE2 και αυξάνουν τα επίπεδα του cAMP στα υμενοκύτταρα (Xu HM et al, 2007).
Σε αρουραίους με κολλαγονο-επαγόμενη αρθρίτιδα οι TGP αναστέλλουν τον πολλαπλασιασμό των υμενοκυττάρων, μειώνουν την παραγωγή IL-1, TNF-a και PGE2 και αυξάνουν τα επίπεδα της cAMP (Chang Y et al, 2009).
Σε αρουραίους με κολλαγονο-επαγόμενη αρθρίτιδα η παιωνιφλορίνη αναστέλλει την λειτουργία των υμενοκυττάρων που έχουν προθεραπευθεί με rIL-1alpha και ρυθμίζει την έκφραση του υποδοχέα της ΕΡ4 (Chang Y et al, 2011).
Η φλεγμονώδης εξεργασία επάγει την αυξορύθμιση των β-αρεστινών σε υμενοκύτταρα αρουραίων με κολλαγονο-επαγόμενη αρθρίτιδα, in vivo, ενώ οι TGP αναστέλλουν τις αλλοιώσεις αυτές (Wang QT et al, 2011). 
Οι TGP αναστέλλουν την ωρίμανση και λειτουργία των δενδριτικών κυττάρων, μπλοκάροντας εκλεκτικά την ενεργοποίηση του TLR 4/5, η οποία οδηγεί σε μείωση της ανοσο-επαγόμενης φλεγμονής,  in vivo (Zhou Z et al, 2012).
Οι TGP αναστέλλουν το ποσοστό και τον αριθμό των Th1/Th17 κυττάρων μέσω μείωσης της ενεργοποίησης των δενδριτικών κυττάρων σε ποντικούς με κολλαγονο-επαγόμενη αρθρίτιδα (Lin J et al, 2012). Τα Th1/Th17 κύτταρα πιστεύεται ότι παίζουν σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη των αλλοιώσεων της ρευματοειδούς αρθρίτιδας.

Άλλες δράσεις TGP

Μειώνουν την διαπερατότητα των περιτοναϊκών τριχοειδών η οποία επαυξάνεται από το οξεικό οξύ (Ou-Yang Y, 2008). 
Αναστέλλουν την A23187-επαγόμενη αύξηση των συγκεντρώσεων των ιόντων του ενδοκυττάριου ασβεστίου ((Ca2+)i) στα μακροφάγα (Li J et al, 1994). 
Καταστέλλουν σημαντικά την επαγόμενη από την LPS παραγωγή ΝΟ και την έκφραση της επαγώγιμης συνθάσης του νιτρικού οξέος (iNOS) σε περιτοναϊκά μακροφάγα αρουραίων (Chen F et al, 2008). 
Αναστέλλουν την παραγωγή των ειδών αντιδραστικού οξυγόνου από LPS-διεγερμένα μακροφάγα σε μεγαλύτερες συγκεντρώσεις (∼125mg/L), ενώ την αυξάνουν σε χαμηλότερες συγκεντρώσεις (0.09∼11.25mg/L) (Liang JS et al, 1990). 
Αναστέλλουν την παραγωγή PGE2 από τα μακροφάγα σε αρουραίους με αρθρίτιδα από ανοσοενισχυτικό (Li J et al, 1994). 
Η παιωνιφλορίνη αναστέλλει την παραγωγή ΝΟ και PGE2 από διεγερμένα από LPS RAW 264.7 μακροφάγα (Kim ID and Ha BJ, 2009). 
Σε ποντικούς, η παιωνιφλορίνη και η παιωνόλη αναστέλλουν την παθητική δερματική αναφυλακτική αντίδραση την επαγόμενη από το σύμπλοκο IgE – αντιγόνου και την συμπεριφορά στον ξεσμό τον προκαλούμενο από το συστατικό 48/80 (Lee B et al, 2008).
Η παιωνιφλορίνη μειώνει την θνητότητα, την πνευμονική και νεφρική βλάβη και τα επίπεδα της κρεατινίνης του ορού και βελτιώνει την συστολική λειτουργία της καρδιάς, σε ποντικούς 
Η παιωνιφλορίνη αναστέλλει την επαγόμενη από LPS απελευθέρωση TNF-α και (IL)-1β και προάγει την επαγόμενη από την LPS παραγωγή IL-10 (Cao C et al, 2011).
Οι TGP μειώνουν την πρωτεϊνουρία και τα επίπεδα των αντι- ds DNA και των ΑΝΑ στον ορό και περιορίζουν τις νεφρικές αλλοιώσεις σε ποντικούς MRL/lpr με νεφρικό λύκο (Ding ZX et al, 2011).
Σε διαβητικούς ποντικούς οι TGP καθυστερούν την εμφάνιση νοσήματος παρόμοιου με σύνδρομο Sjoren εξίσου με την υδροξυχλωροκίνη (Li CL et al, 2013).
Σε κουνέλια με αντιγονο-επαγόμενη αρθρίτιδα, οι TGP καταστέλλουν την παρα-αρθρική οστεοπόρωση και προλαβαίνουν την απώλεια του υποχόνδριου οστού (Chao Wei C et al, 2013).

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΑΝΤΙΦΛΕΓΜΟΝΩΔΟΥΣ ΔΡΑΣΗΣ

Συμπέρασμα μελέτης Xu HM et al, 2007
Σε αρουραίους, οι TGP αναστέλλουν σημαντικά την εξέλιξη της αρθρίτιδας από ανοσοενισχυτικό. Η ανασταλτική αυτή δράση μπορεί να συνδέεται με την ικανότητά τους να επάγουν τα επίπεδα της cAMP και να αναστέλλουν την παραγωγή IL-1, TNF-a και PGE2 από ενεργοποιημένα υμενοκύτταρα
Συμπέρασμα μελέτης Chang Y et al, 2009
Οι TGP μπορεί να ασκούν τις αντιφλεγμονώδεις τους δράσεις αναστέλλοντας την παραγωγή προφλεγμονωδών μεσολαβητών στα υμενοκύτταρα αρουραίων με κολλαγονο-επαγόμενη αρθρίτιδα, η οποία μπορεί να συνδέεται με την ικανότητά τους να ρυθμίζουν την cAMP-εξαρτώμενη EP(2)/ EP(4) - επαγόμενη οδό.
Συμπέρασμα μελέτης Wang QT et al, 2011
Η δράση αυτή μπορεί να είναι ένας από τους μηχανισμούς με τους οποίους οι TGP έχουν σημαντική θεραπευτική δράση στη ΡΑ.
Οι TGP έχουν αντιφλεγμονώδεις δράσεις αναστέλλοντας την παραγωγή μεσολαβητών της φλεγμονής, όπως η PGE2, LTB4, NO, είδη αντιδραστικού οξυγόνου και προφλεγμονώδεις κυτταροκίνες. 
Οι TGP μπορεί να καταστέλλουν τις υπερ-ενεργοποιημένες ανοσιακές απαντήσεις, αναστέλλοντας τον πολλαπλασιασμό των λεμφοκυττάρων, ισορροπώντας την διαφοροποίηση των Th και Ts κυττάρων και προκαλώντας απόπτωση των λεμφοκυττάρων
Η παιωνιφλορίνη ασκεί τις αντιφλεγμονώδεις και ανοσοτροποποιητικές της δράσεις ισορροπώντας την λειτουργία των Th1 και Th2 κυττάρων.
Οι ολικές γλυκοσίδες της παιώνιας αναστέλλουν την οξεία και υποξεία φλεγμονή καταστέλλοντας την αύξηση των συγκεντρώσεων των ενδοκυττάριων ιόντων ασβεστίου και αναστέλλοντας την παραγωγή των μεσολαβητών της φλεγμονής PGE2, LTB4 και NO. 
Οι TGP έχουν διπλές δράσεις στον πολλαπλασιασμό των λεμφοκυττάρων, την διαφοροποίηση των Th/Ts λεμφοκυττάρων και την παραγωγή των προφλεγμονωδών κυτταροκινών και των IgM αντισωμάτων, η οποία εξαρτάται από την δραστηριότητα των ανοσιακών απαντήσεων
Συμπέρασμα μελέτης Zhu L et al, 2005 
Οι TGP καταστέλλουν την αρθρική καταστροφή σε αρουραίους με αρθρίτιδα προκληθείσα από κολλαγόνο.  
Η θεραπευτική δράση των TGP μπορεί να συνδέεται με την ικανότητά τους να βελτιώνουν την έκκριση και τον μεταβολισμό των υμενοκυττάρων και να αναστέλλουν τον ανώμαλο πολλαπλασιασμό και την παραγωγή VEGF, bFGF, MMP-1 και MMP-3 από υμενοκύτταρα παρόμοια με μακροφάγα

Ανοσοτροποποιητικές δράσεις TGP

Δράση στον πολλαπλασιασμό και την απόπτωση των λεμφοκυττάρων
Οι TGP έχουν διπλές δράσεις στον προκαλούμενο από την κονκαβαλίνη Α πολλαπλασιασμό των σπληνοκυττάρων ποντικών (Wang XW et al, 1991). Οι TGP αυξάνουν τον πολλαπλασιασμό σε χαμηλές δόσεις (0.05 ∼0.4mg/L), αλλά τον αναστέλλουν σε μεγαλύτερες συγκεντρώσεις (0.4∼1.6mg/L). Παρόμοιες δράσεις έχουν οι TGP στον πολλαπλασιασμό των λεμφοκυττάρων (Li J et al, 1990; Wang XW et al, 1992). 
Οι TGP αυξορυθμίζουν την διαφοροποίηση των Τ βοηθητικών κυττάρων (Th) και των κατασταλτικών Τ - κυττάρων (Ts) και αναστρέφουν την ανασταλτική δράση της κυκλοσπορίνης Α στη διαφοροποίηση των Th και την ανασταλτική δράση της λεβαμιζόλης στην διαφοροποίηση των Ts. 
Σε χαμηλές συγκεντρώσεις (0.2mg/L), οι TGP αυξάνουν την αναλογία Th/Ts, αλλά μειώνουν την αναλογία αυτή σε υψηλότερες συγκεντρώσεις (6.0mg/L) (Wang XW et al, 1992). 
Οι TGP αναστέλλουν την όψιμη υπερευαισθησία σε ανοσοενεργοποιημένους ποντικούς μειορυθμίζοντας την αναλογία Th/Ts και τα επίπεδα του TNF-a στον ορό και αυξάνουν την όψιμη υπερευαισθησία σε ανοσοκατεσταλμένους ποντικούς, αυξορυθμίζοντας την αναλογία Th/Ts (Wang XW et al, 1990; Chen G et al, 2010). 
Σε αρουραίους με αρθρίτιδα από ανοσοενισχυτικό η παιωνιφλορίνη αναστέλλει σημαντικά τον πολλαπλασιασμό των λεμφοκυττάρων των λεμφαδένων του μεσεντερίου (Wu H et al, 2007). Ακόμα, προκαλεί απόπτωση των murine T- λεμφοκυττάρων και των ανθρώπινων λευχαιμικών Τ κυττάρων Jurkat μέσω ενός οξειδοαναγωγικού μηχανισμού (Tsuboi H et al, 2004). 
Δράσεις TGP στην παραγωγή των προφλεγμονωδών κυτταροκινών 
Οι TGP έχουν διπλές δράσεις στην παραγωγή IL-1 και IL-2, in vitro (Wei W et al, 1989; Li J et al, 1990) : 
Σε χαμηλές συγκεντρώσεις (0.5 ∼12.5mg/L) αυξάνουν την παραγωγή IL-1 από σπληνοκύτταρα ποντικών διεγερμένα από LPS, ενώ σε μεγαλύτερες συγκεντρώσεις (12.5∼312.5mg/L), αναστέλλουν την παραγωγή της (Li J et al, 1990). 
Αυξάνουν την παραγωγή IL-1 από μακροφάγα διεγερμένα από LPS και την παραγωγή IL-2 από σπληνοκύτταρα ποντικών διεγερμένα από ConA σε χαμηλότερες συγκεντρώσεις (0.5 ∼12.5mg/L), αλλά και την αναστέλλουν σε μεγαλύτερες συγκεντρώσεις (12.5∼62.5mg/ L) (Wei W et al, 1989; Liang JS et al, 1990). 
Σε αρουραίους με πειραματική κολίτιδα μειώνουν τα επίπεδα της IL-6, της IL-17 και της IL-23 στον ορό και αυξάνουν τα επίπεδα της εντερικής έκφρασης του TGF-β1 και του Foxp3 (Wang Z et al, 2010). 
Σε αρουραίους με αρθρίτιδα από ανοσοενισχυτικό, η παιωνιφλορίνη μειορυθμίζει σημαντικά τα επίπεδα της IL-2 και αυξορυθμίζει τα επίπεδα της IL-4 και του TGF-β1 (Wu H et al, 2007). 


Δράσεις στην παραγωγή αντισωμάτων 
Στα σπληνοκύτταρα ποντικών ανοσοποιημένα με ερυθρά αιμοσφαίρια προβάτων, οι TGP έχουν διπλές δράσεις στην παραγωγή IgM αντισωμάτων, in vitro (Wang XW et al, 1991; Wang XW et al, 1992). 
Σε χαμηλές συγκεντρώσεις οι TGP αυξάνουν, ενώ σε μεγαλύτερες, αναστέλλουν την παραγωγή των IgM αντισωμάτων. Πάντως, σε αρουραίους με κολλαγονοεπαγόμενη αρθρίτιδα, η θεραπεία με TGP, αν και βελτιώνει το οίδημα των ποδιών και την αρθρίτιδα, δεν μεταβάλλει τις συγκεντρώσεις των αντισωμάτων έναντι του κολλαγόνου τύπου ΙΙ (Wang QT et al, 2011).


Αντιοξειδωτικές δράσεις TGP
Σε αρουραίους, οι TGP προστατεύουν σημαντικά τις πρωτογενείς καλλιέργειες φλοιωδών κυττάρων εκτεθειμένων σε οξειδωτικό στρες από H2O2 (Kim SH et al, 2009).
Η παιωνιφλορίνη έχει νευροπροστατευτική δράση σε κύτταρα PC12 από την νευροτοξικότητα της γλουταμάτης, μέσω αναστολής του οξειδωτικού stress και της υπερφόρτισης Ca2+ (Mao QQ et al, 2010).  
Η παιωνιφλορίνη έχει αντιοξειδωτικές δράσεις στις επαγόμενες από LPS φλεγμονώδεις ηπατικές αντιδράσεις και στις διαβητικές νεφρικές βλάβες, in vivo (Kim ID and Ha BJ, 2010; Su J et al, 2010).
Δράσεις  Paeonia lactiflora Pallas στη ρευματοειδή αρθρίτιδα (Zhang W and Dai SM, 2012)
Σε ζώα με πειραματική αρθρίτιδα μειώνει τον πόνο, την διόγκωση των αρθρώσεων, την υπερτροφία του αρθρικού υμένα, την βαρύτητα των οστικών διαβρώσεων και την αποδόμηση του χόνδρου 
Καταστέλλει την φλεγμονώδη εξεργασία μειώνοντας την παραγωγή PGE2, LB4, ΝΟ, ειδών αντιδραστικού οξυγόνου, προφλεγμονωδών κυτταροκινών και χημειοκινών.
Αναστέλλει τον πολαπλασιασμό των λεμφοκυττάρων και των υμενοκυττάρων, την νεοαγγείωση και την παραγωγή των μεταλλοπρωτεϊνασών της θεμέλιας ουσίας. 
Ανακουφίζει από τα σημεία και συμπτώματα της ρευματοειδούς αρθρίτιδας, χωρίς σημαντικές επιπλοκές.


Αποτελεσματικότητα στη ρευματοειδή αρθρίτιδα
Du JH and Dong BD, 2005
Είδος μελέτης : Παρατήρηση κλινικής αποτελεσματικότητας της θεραπείας με μεθοτρεξάτη (ΜΤΧ) σε συνδυασμό με TGP σε 61 ασθενείς με ρευματοειδή αρθρίτιδα
Θεραπευτικό σχήμα : 30 ασθενείς πήραν μεθοτρεξάτη per os και άλλοι 31, μεθοτρεξάτη + TGP επί 3 μήνες
Αποτέλεσμα : Η συνδυασμένη θεραπεία ΜΤΧ + TGP ήταν εξίσου αποτελεσματική με την ΜΤΧ μόνη της, αν και εμείωσε περισσότερο την ΤΚΕ και την CRP (Du JH and Dong BD, 2005)
Συμπέρασμα : O συνδυασμός της μεθοτρεξάτης με TGP έχει ταχεία έναρξη δράσης, σταθερή κλινική αποτελεσματικότητα, λίγες επιπλοκές και μεγάλη συμμόρφωση, γι΄αυτό και είναι περισσότερο κατάλληλη σε ηλικιωμένους ασθενείς με ρευματοειδή αρθρίτιδα.
Zhao YX and Liu Y, 2006
Είδος μελέτης : Παρατήρηση κλινικού αποτελέσματος λεφλουνομίδης και TGP σε ασθενείς με ρευματοειδή αρθρίτιδα.
Θεραπευτικό σχήμα : 40 ασθενείς θεραπεύθηκαν με TGP + λεφλουνομίδη και άλλοι 40, με λεφλουνομίδη μόνη της επί 12 εβδομάδες.
Αποτέλεσμα : Οι ασθενείς που θεραπεύθηκαν με TGP + λεφλουνομίδη είχαν μεγαλύτερη βελτίωση των κλινικών και εργαστηριακών δεικτών από τους ασθενείς της 2ης ομάδας (97.5% vs 85.0%) (Zhao YX and Liu Y, 2006).
Συμπέρασμα : Ο συνδυασμός TGP και λεφλουνομίδης υπερέχει της λεφλουνομίδης μόνης της σε ασθενείς με ρευματοειδή αρθρίτιδα, δοθέντος ότι δρά ταχύτερα και έχει λιγότερες επιπλοκές (Zhao YX and Liu Y, 2006).
Wang Y and Xing HY
Είδος μελέτης : Παρατήρηση της αποτελεσματικότητας των TGP σε συνδυασμό με μεθοτρεξάτη σε 260 ασθενείς με ΡΑ. 
Θεραπευτικό σχήμα : 180 ασθενείς πήραν ΜΤΧ + TGP και άλλοι 80, ΜΤΧ + σουλφασαλαζίνη επί 24 εβδομάδες..
Αποτέλεσμα : Ο συνδυασμός της TGP + ΜΤΧ ήταν περισσότερο αποτελεσματικός από την ΜΤΧ + σουλφασαλαζίνη, έδρασε ταχύτερα και είχε λιγότερες επιπλοκές (Wang Y and Xing HY, 2007).
Chen Z, Li  XP,  Li ZJ, Xu L and Li XM, 2013
Είδος μελέτης : Ανοιχτή – σημασμένη, τυχαιοποιημένη διάρκειας 24 εβδομάδων σε 204 ασθενείς με ρευματοειδή αρθρίτιδα.
Θεραπευτικό σχήμα : ΜΤΧ (10 mg/εβδομάδα) + λεφλουνομίδη (20 mg ημερησίως) με/ή χωρίς TGP.
Αποτέλεσμα : Οι ασθενείς που θεραπεύθηκαν με TGP είχαν καλή ανταπόκριση και σημαντικά λιγότερο συχνά ηπατοτοξικότητα (Chen Z, Li  XP,  Li ZJ, Xu L and Li XM, 2013).


Αποτελεσματικότητα στην αγκυλοποιητική σπονδυλαρθροπάθεια
Wang SL et al, 2007
Είδος μελέτης : Κλινική παρατήρηση 67 ασθενών με αγκυλοποιητική σπονδυλαρθροπάθεια.
Θεραπευτικό σχήμα : 34 ασθενείς θεραπεύθηκαν με TGP + σουλφασαλαζίνη και άλλοι 33, με ΜΤΧ + σουλφασαλαζίνη. 
Αποτέλεσμα :  Οι δείκτες κλινικής αποτελεσματικότητας (πόνος οσφύος-περιφερικών αρθρώσεων, έκπτυξη θώρακα, διάρκεια πρωϊνής δυσκαμψίας, δοκιμασία Schober, δείκτης BASDAI και BASFI, επίπεδα ΤΚΕ και CRP, ακτινογραφίες ιερολαγονίων) βελτιώθηκαν σημαντικά και στις 2 ομάδες, με την διαφορά όμως ότι η ανακούφιση από τον πόνο στην οσφύ και τις περιφερικές αρθρώσεις ήταν μεγαλύτερη και οι επιπλοκές, λιγότερες, στους ασθενείς που θεραπεύθηκαν με TGP + SSZ (Wang SL et al, 2007).
Συμπέρασμα : Η TGP σε συνδυασμό με σουλφασαλαζίνη είναι αποτελεσματική στην αγκυλοποιητική σπονδυλαρθροπάθεια και έχει λιγότερες και ηπιότερες ανεπιθύμητες ενέργειες.


Αποτελεσματικότητα στην ψωριασική αρθρίτιδα
Σε μία μελέτη, 19 ασθενείς με ψωριασική αρθρίτιδα που θεραπεύθηκαν με TGP επί 12 εβδομάδες είχαν βελτίωση του DAS28, μείωση του αριθμού των Treg και Th1 κυττάρων και ταυτόχρονα των επιπέδων των κυτταροκινών τύπου Th-1 και των επιπέδων της IL-6 στον ορό (Wang YN et al, 2013).
Αποτελεσματικότητα στο σύνδρομο Sjogren
Zhang HF et al, 2007
Είδος μελέτης : Αναδρομική μελέτη ασθενών με σύνδρομο Sjogren.
Θεραπευτικό σχήμα : 27 ασθενείς θεραπεύθηκαν με TGP και άλλοι 20, με υδροξυχλωροκίνη επί 2 χρόνια.
Αποτέλεσμα : Οι TGP ήταν εξίσου αποτελεσματικές με την υδροξυχλωροκίνη (αύξησαν σημαντικά την έκκριση σιέλου, εμείωσαν τα επίπεδα των γ-σφαιρινών στον ορό και βελτίωσαν την δοκιμασία Schirmer), αλλά είχαν λιγότερες επιπλοκές και άρχισαν να δρούν μετά από 6-12 μήνες (Zhang HF et al, 2007).
Συμπέρασμα : Η TGP είναι εξίσου αποτελεσματική με την υδροξυχλωροκίνη στο σύνδρομο Sjogren, αλλά είναι περισσότερο ασφαλής και αρχίζει να δρά μετά από 6-12 μήνες.

Αποτελεσματικότητα στον συστηματικό ερυθηματώδη λύκο
Οι TGP είναι αποτελεσματικές στη θεραπεία των ασθενών με ΣΕΛ, δεδομένου ότι μπορούν να μειώσουν την μέση καθημερινή δόση της πρεδνιζόνης και την ολική δόση της κυκλοφωσφαμίδης και τις υποτροπιάζουσες περιπτώσεις και τα επεισόδια των λοιμώξεων (Zhang EF et al, 2011).
Οι TGP μειώνουν σημαντικά το ποσοστό και τον αριθμό των Treg κυττάρων σε CD4 (+) T-κύτταρα λύκου και αυξάνουν την έκφραση της Foxp3 σε CD4 (+) T-κύτταρα λύκου μειορυθμίζοντας τα επίπεδα της μεθυλίωσης του προαγωγού του Foxp3 και την έκφραση της IFN-γ και της IL-2 στα θεραπευμένα με TGP CD4 (+) T κύτταρα λύκου (Zhao M et al, 2012). 
Σύμφωνα με την τελευταία μελέτη, οι TGP αναστέλλουν την αυτοανοσία σε ασθενείς με ΣΕΛ επάγοντας την διαφοροποίηση των Treg κυττάρων, η οποία μπορεί να οφείλεται στην ικανότητά της να ρυθμίζει την κατάσταση της μεθυλίωσης του προαγωγού του Foxp3 και να ενεργοποιήσει την IFN-γ και την σηματοδότηση της IL-2.  


ΣΚΕΥΑΣΜΑΤΑ
Pafulin
H παιώνια λαμβάνεται από το στόμα ως τέϊο (1 gr άνθη παιώνιας σε 150 ml βρασμένο νερό επί 10-15 λεπτά).


ΑΝΕΠΙΘΥΜΗΤΕΣ ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ ΤΗΣ ΠΑΙΩΝΙΑΣ

  • Ναυτία

  • Εμετοι

  • Διάρροια (ήπια)

  • Δερματικά εξανθήματα

  • Κνίδωση

  • Δύσπνοια

  • Θωρακικός πόνος

ΑΛΛΗΛΕΠΙΔΡΑΣΕΙΣ
Ορμονικοί παράγοντες


In vitro και στον άνθρωπο έχει δειχθεί ότι η παιώνια μπορεί να αλληλεπιδράσει με ορμονικούς παράγοντες όταν συνδυάζεται με διάφορα προϊόντα. Προσοχή σε γυναίκες με οιστρογονο-ευαίσθητους καρκίνους ή σε ασθενείς που παίρνουν ορμονικούς παράγοντες (αντισυλληπτικά δισκία και ορμονική θεραπεία αναπλήρωσης)


Αντιπηκτικά - ΜΣΑΦ
Η παιώνια μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο της αιμορραγίας όταν συγχορηγείται με φάρμακα συνδεόμενα με αυξημένο κίνδυνο αιμορραγίας, π.χ. ασπιρίνη, αντιπηκτικά (κουμαδίνη, ηπαρίνη), αντιαιμοπεταλιακά (π.χ. κλοπιδογρέλη) και μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη (π.χ. ιμπουπροφαίνη, ναπροξένη) φάρμακα. Εχει αναφερθεί ένα περιστατικό με εύκολες ουλορραγίες, επίσταξη και δερματικές εκχυμώσεις με φυσιολογικό INR σε έναν 61 χρονο άνδρα σταθεροποιημένο με την θεραπεία με βαρφαρίνη. Ο κίνδυνος αιμορραγίας υπάρχει ακόμα και όταν η παιώνια συγχορηγείται με βότανα και συμπληρώματα συνδεόμενα με αυξημένο κίνδυνο αιμορραγίας. π.χ. Ginkgo biloba (συχνά) και σκόρδο και saw palmetto (λιγότερο συχνά).


Αλληλεπιδράσεις με άλλους παράγοντες


Η ρίζα της παιώνιας μπορεί θεωρητικά να καθυστερήσει την απορρόφηση της φαινυτοΐνης (Dilantin), μειώνοντας τις θεραπευτικές της δράσεις. Η παιώνια μειώνει σημαντικά την κλινική βιοδιαθεσιμότητα του φερουλικού οξέος (το οποίο προέρχεται από το φυτό Ligusticum walichii). Η παιώνια μπορεί να αυξήσει τις δράσεις των αγγειοδιασταλτικών, in vitro. Σε μερικούς ασθενείς με νεφρίτιδα ο συνδυασμός της παιώνιας με άλλα προϊόντα μπορεί να μειώσει τις ανάγκες σε γλυκοκορτικοειδή.
Η παιώνια μπορεί να αλληλεπιδράσει με την ταμοξιφένη και άλλα φάρμακα (π.χ. για την θεραπεία του AIDS, ανοσοκατασταλτικά, αντικαρκινικά, αντιφλεγμονώδη, αντι-ιικά, αντιυπερτασικά, αντι- υπερχοληστεριναιμικά).


Άλλες αλληλεπιδράσεις
Η ένεση 5 mL Paeonia lactiflora 100% ενδοφλεβίως και μέσα στην πνευμονική αρτηρία βελτιώνει σημαντικά την γλοιότητα του αίματος και του πλάσματος.
Κύηση - γαλουχία
Η παιώνια δεν συνιστάται στη διάρκεια της κύησης και της γαλουχίας, γιατι δεν υπάρχουν σχετικές πληροφορίες. Η παιώνια έχει ορμονικές δράσεις και έχει χρησιμοποιηθεί παραδοσιακά ως εμμηναγωγό ή εκτρωσιογόνο φάρμακο.


ΤΕΛΙΚΟ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ
Οι ολικές γλυκοσίδες της παιώνιας είναι αποτελεσματικές στην ανακούφιση από τον πόνο σε διάφορα πειραματικά ζωικά μοντέλα. Οι περισσότερες κλινικές μελέτες έχουν δείξει ότι οι TGP έχουν θεραπευτικό όφελος σε διάφορα ρευματικά νοσήματα, όπως ο συστηματικός ερυθηματώδης λύκος, η ρευματοειδής αρθρίτιδα, το σύνδρομο Sjogren, η αγκυλοποιητική σπονδυλαρθροπάθεια και η ψωριασική αρθρίτιδα.

PAEONY (Παιώνια)

Οικογένεια : Paeoniaceae

Το βοτανικό φυτό γνωστό ως παιώνια (Paeonia), ιδιαίτερα οι ρίζες της Paeonia lactiflora (Bai Shao, Radix Paeoniae Lactiflorae), έχει χρησιμοποιηθεί συχνά από την παραδοσιακή Ιατρική της Κορέας, της Κίνας και της Ιαπωνίας. Το υδατικό/αιθανολικό εκχύλισμα της ρίζας της παιώνιας είναι γνωστό ως ολικές γλυκοσίδες της παιώνιας (total glucosides of peony; TGP).

Paeonia lactiflora

Η παιώνια έχει πάρει το όνομά της από τον Παιάνα, έναν μαθητή του Ασκληπιού, του Πατέρα της Δυτικής Ιατρικής. Ο Ασκληπιός εζήλευε την μαθητή του, γι΄αυτό και ο Δίας, για να αποφύγει ο Παιάνας την οργή του Ασκληπιού, τον μετέτρεψε στο φυτό παιώνια.

ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ

Η παιώνια (peony) είναι ένα ανθοφόρο φυτό του γένους Paeonia, το μόνο γένος της οικογένειας Paeoniaceae. Τα φυτά της οικογένειας αυτής είναι ιθαγενή της Ασίας, Νοτιότερης Ευρώπης και Δυτικής Βόρειας Αμερικής. Τα περισσότερα είναι ποώδη πολυετή φυτά, τα οποία φθάνουν σε ύψος τα 0.5-1.5 μέτρα, αν και μερικά ομοιάζουν με δένδρα φθάνοντας σε ύψος τα 1.5-3 μέτρα. Εχουν σύνθετα, βαθιά λοβωτά φύλλα και μεγάλα, συχνά ευωδιαστά, άνθη, χρώματος λευκού έως κόκκινου. 
Η Paeonia lactiflora (Κινεζική παιώνια ή κοινή παιώνια των κήπων)  είναι ένα είδος ποώδους πολυετούς ανθοφόρου φυτού της οικογένειας Paeoniaceae, ιθαγενές της Κεντρικής και Ανατολικής Ασίας, από το Ανατολικό Θιβέτ κατά μήκος της Κίνας έως την Ανατολική Σιβηρία. Αναπτύσσεται σε ξηρές, ανοιχτές, πετρώδεις πλαγιές, όχθες ποταμών και αραιές δασικές άκρες. Η Παιώνια έχει σαρκώδεις ρίζες, ύψος περίπου 60-100 εκ. με μεγάλα φύλλα μήκους 20-40 εκ. και άνθη μεγάλα και στρογγυλά, 5-10 λευκά, ρόζ ή πορφυρά πέταλα και κίτρινους στήμονες. 

ΦΥΤΟΧΗΜΙΚΑ ΣΥΣΤΑΤΙΚΑ

Πάνω από 262 συστατικά έχουν απομονωθεί από τα φυτά της οικογένειας Paeoniaceae : μονοτερπενοειδείς γλυκοσίδες, φλαβονοειδή, ταννίνες, στιλβενοειδή, τριτερπενοειδή και στεροειδή, παιονόλες και φαινόλες. 
Το υδατικό/αιθανολικό εκχύλισμα της Radix Paeoniae Alba περιέχει περισσότερα από 15 συστατικά (Zhang X et al, 2001; Tan J et al,  2010) :

Φυτοχημικά συστατικά παιώνιας

  • Αλβιφλορίνη 

  • Βενζοϋλπαιωνιφλορίνη 

  • Γαλλοϋλπαιωνιφλορίνη 

  • Λακτιφλορίνη 

  • Οξυπαιωνιφλορίνη 

  • Οξυβενζοϋλ-παιωνιφλορίνη 

  • Παιωνιφλοριγενόνη 

  • Παιωνιφλορίνη 

  • Παιωνίνη 

  • Παιωνολίδη 

  • Παιωνόλη 

Τα περισσότερα από τα συστατικά είναι μονοτερπενικές γλυκοσίδες. Απ’ αυτά, η παιωνιφλορίνη (C23H28O11, μοριακό βάρος 480.45), είναι ένα υδατοδιαλυτό και το κυριότερο (>90%) συστατικό της παιώνιας και ευθύνεται για τις φαρμακολογικές δράσεις των TGP, τόσο in vitro, όσο και in vivo. 

ΧΗΜΙΚΕΣ ΚΑΙ ΒΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΔΡΑΣΕΙΣ 

  • Αναλγητικές

  • Αντι-οξειδωτικές

  • Αντι-ογκωτικές

  • Αντι-παθογενετικές

  • Αντιφλεγμονώδεις

  • Ανοσοτροποποιητικές

  • Καρδιοπροστατευτικές

  • Δράσεις στο Κεντρικό Νευρικό σύστημα

ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ

Τα φυσικά σκευάσματα που περιέχουν γλυκοσίδες προερχόμενες από το εκχύλισμα ρίζας λευκής παιώνιας (paeony) πιστεύεται ότι έχουν αντιφλεγμονώδεις, αντι-οξειδωτικές και ανοσορυθμιστικές ιδιότητες.
Η αποξηραμένη ρίζα (χωρίς τον φλοιό) της Paeonia lactiflora Pall (Radix Paeoniae Alba), έχει χρησιμοποιηθεί ως ιατρικό βότανο από την παραδοσιακή Κινεζική Ιατρική επί αιώνες, όπου αποκαλείται Bái Sháo («White Peony»). 
Στην Κίνα, Κορέα και Ιαπωνία, το αφέψημα αποξηραμένης ρίζας (χωρίς τον φλοιό) του φυτού Paeonia lactiflora Pall έχει χρησιμοποιηθεί πάνω από 1.200 χρόνια για την θεραπεία πολλών νοσημάτων (ρευματοειδής αρθρίτιδα, συστηματικός ερυθηματώδης λύκος, ηπατίτιδα, δυσμηνόρροια, πυρετός, μυικές κράμπες, σπασμοί).
ΣΗΜΕΙΩΣΗ : Οι ολικές γλυκοσίδες της παιώνιας έχουν εγκριθεί από την State Food και Drug Administration των ΗΠΑ για την θεραπεία της ρευματοειδούς αρθρίτιδας. 

Αναλγητικές δράσεις TGP

Οι αναλγητικές δράσεις των TGP έχουν επιβεβαιωθεί σε διάφορα πειραματικά μοντέλα πόνου (Gao C et al, 2002; Lee B et al, 2008; Ou-Yang Y, 2008). 
Οι TGP καταστέλλουν τις συσπάσεις τις προκαλούμενες από ενδοπεριτοναϊκή ένεση οξεικού οξέος και την αντίδραση hot-plate σε ποντικούς ή/και αρουραίους. 
Η παιωνιφλορίνη ανακουφίζει από τον πόνο σε αρουραίους με σπλαγχνική υπεραλγησία προκαλούμενη από νεογνικό μητρικό αποχωρισμό. Η αναλγητική δράση της παιωνιφλορίνης επάγεται, τουλάχιστον εν μέρει, από τον υποδοχέα Α1 της αδενοσίνης (Zhang X et al, 2009).

Αντιφλεγμονώδεις δράσεις TGP

Οι TGP έχουν άμεσες αντιφλεγμονώδεις δράσεις σε πειραματόζωα με οξεία και υποξεία φλεγμονή (Gao C et al, 2002; Zheng Y and Wei W,  2005; Zhu L et al, 2005; Xu HM et al, 2007; Ou –Yang Y, 2008), όπως :

  • το οίδημα του ωτός από διμεθυλοβενζένιο, 

  • το οίδημα των ποδιών από καραγενάνη, 

  • το υποδόριο κοκκίωμα από ταμπόν, 

  • η αρθρίτιδα από ανοσοενισχυτικό Freund (Zheng YD and Wei W, 2005; Xu HM et al, 2007) 

  • η κολλαγονοεπαγόμενη αρθρίτιδα (Zhu L et al, 2005; Zhu L et al, 2006; Chang Y et al, 2009; Wang QT et al, 2011, Chang Y et al, 2011)

Σε αρουραίους με κολλαγονο-επαγόμενη αρθρίτιδα οι TGP καταστέλλουν τις δευτερογενείς φλεγμονώδεις αντιδράσεις και τις ιστολογικές αλλοιώσεις, μεταβάλλουν την υπερδομή των υμενοκυττάρων και αυξάνουν τα επίπεδα της IL-1 και του TNF-a (Zhu L et al, 2005).
Οι TGP καταστέλλουν την αρθρίτιδα από ανοσοενισχυτικό σε αρουραίους και παρεμβαίνουν στην σηματοδότηση των κυτταροκινών μεταξύ των διαφόρων τύπων των υμενοκυττάρων (Zheng YD and Wei W, 2005). 
Οι TGP προστατεύουν τους αρουραίους με κολλαγονο-επαγόμενη αρθρίτιδα από υπερδομικές αλλοιώσεις των υμενοκυττάρων και καταστέλλουν τον υπερβολικό πολλαπλασιασμό των υμενοκυττάρων και την υπερπαραγωγή IL-1, TNF-a και PGE2 (Zhu L et al, 2006).
Σε αρουραίους με αρθρίτιδα από ανοσοενισχυτικό, οι TGP καταστέλλουν την δραστηριότητα της IL-1 και του TNF-a, μειώνουν τα επίπεδα της PGE2 και αυξάνουν τα επίπεδα του cAMP στα υμενοκύτταρα (Xu HM et al, 2007).
Σε αρουραίους με κολλαγονο-επαγόμενη αρθρίτιδα οι TGP αναστέλλουν τον πολλαπλασιασμό των υμενοκυττάρων, μειώνουν την παραγωγή IL-1, TNF-a και PGE2 και αυξάνουν τα επίπεδα της cAMP (Chang Y et al, 2009).
Σε αρουραίους με κολλαγονο-επαγόμενη αρθρίτιδα η παιωνιφλορίνη αναστέλλει την λειτουργία των υμενοκυττάρων που έχουν προθεραπευθεί με rIL-1alpha και ρυθμίζει την έκφραση του υποδοχέα της ΕΡ4 (Chang Y et al, 2011).
Η φλεγμονώδης εξεργασία επάγει την αυξορύθμιση των β-αρεστινών σε υμενοκύτταρα αρουραίων με κολλαγονο-επαγόμενη αρθρίτιδα, in vivo, ενώ οι TGP αναστέλλουν τις αλλοιώσεις αυτές (Wang QT et al, 2011). 
Οι TGP αναστέλλουν την ωρίμανση και λειτουργία των δενδριτικών κυττάρων, μπλοκάροντας εκλεκτικά την ενεργοποίηση του TLR 4/5, η οποία οδηγεί σε μείωση της ανοσο-επαγόμενης φλεγμονής,  in vivo (Zhou Z et al, 2012).
Οι TGP αναστέλλουν το ποσοστό και τον αριθμό των Th1/Th17 κυττάρων μέσω μείωσης της ενεργοποίησης των δενδριτικών κυττάρων σε ποντικούς με κολλαγονο-επαγόμενη αρθρίτιδα (Lin J et al, 2012). Τα Th1/Th17 κύτταρα πιστεύεται ότι παίζουν σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη των αλλοιώσεων της ρευματοειδούς αρθρίτιδας.

Άλλες δράσεις TGP

Μειώνουν την διαπερατότητα των περιτοναϊκών τριχοειδών η οποία επαυξάνεται από το οξεικό οξύ (Ou-Yang Y, 2008). 
Αναστέλλουν την A23187-επαγόμενη αύξηση των συγκεντρώσεων των ιόντων του ενδοκυττάριου ασβεστίου ((Ca2+)i) στα μακροφάγα (Li J et al, 1994). 
Καταστέλλουν σημαντικά την επαγόμενη από την LPS παραγωγή ΝΟ και την έκφραση της επαγώγιμης συνθάσης του νιτρικού οξέος (iNOS) σε περιτοναϊκά μακροφάγα αρουραίων (Chen F et al, 2008). 
Αναστέλλουν την παραγωγή των ειδών αντιδραστικού οξυγόνου από LPS-διεγερμένα μακροφάγα σε μεγαλύτερες συγκεντρώσεις (∼125mg/L), ενώ την αυξάνουν σε χαμηλότερες συγκεντρώσεις (0.09∼11.25mg/L) (Liang JS et al, 1990). 
Αναστέλλουν την παραγωγή PGE2 από τα μακροφάγα σε αρουραίους με αρθρίτιδα από ανοσοενισχυτικό (Li J et al, 1994). 
Η παιωνιφλορίνη αναστέλλει την παραγωγή ΝΟ και PGE2 από διεγερμένα από LPS RAW 264.7 μακροφάγα (Kim ID and Ha BJ, 2009). 
Σε ποντικούς, η παιωνιφλορίνη και η παιωνόλη αναστέλλουν την παθητική δερματική αναφυλακτική αντίδραση την επαγόμενη από το σύμπλοκο IgE – αντιγόνου και την συμπεριφορά στον ξεσμό τον προκαλούμενο από το συστατικό 48/80 (Lee B et al, 2008).
Η παιωνιφλορίνη μειώνει την θνητότητα, την πνευμονική και νεφρική βλάβη και τα επίπεδα της κρεατινίνης του ορού και βελτιώνει την συστολική λειτουργία της καρδιάς, σε ποντικούς 
Η παιωνιφλορίνη αναστέλλει την επαγόμενη από LPS απελευθέρωση TNF-α και (IL)-1β και προάγει την επαγόμενη από την LPS παραγωγή IL-10 (Cao C et al, 2011).
Οι TGP μειώνουν την πρωτεϊνουρία και τα επίπεδα των αντι- ds DNA και των ΑΝΑ στον ορό και περιορίζουν τις νεφρικές αλλοιώσεις σε ποντικούς MRL/lpr με νεφρικό λύκο (Ding ZX et al, 2011).
Σε διαβητικούς ποντικούς οι TGP καθυστερούν την εμφάνιση νοσήματος παρόμοιου με σύνδρομο Sjoren εξίσου με την υδροξυχλωροκίνη (Li CL et al, 2013).
Σε κουνέλια με αντιγονο-επαγόμενη αρθρίτιδα, οι TGP καταστέλλουν την παρα-αρθρική οστεοπόρωση και προλαβαίνουν την απώλεια του υποχόνδριου οστού (Chao Wei C et al, 2013).

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΑΝΤΙΦΛΕΓΜΟΝΩΔΟΥΣ ΔΡΑΣΗΣ

Συμπέρασμα μελέτης Xu HM et al, 2007
Σε αρουραίους, οι TGP αναστέλλουν σημαντικά την εξέλιξη της αρθρίτιδας από ανοσοενισχυτικό. Η ανασταλτική αυτή δράση μπορεί να συνδέεται με την ικανότητά τους να επάγουν τα επίπεδα της cAMP και να αναστέλλουν την παραγωγή IL-1, TNF-a και PGE2 από ενεργοποιημένα υμενοκύτταρα
Συμπέρασμα μελέτης Chang Y et al, 2009
Οι TGP μπορεί να ασκούν τις αντιφλεγμονώδεις τους δράσεις αναστέλλοντας την παραγωγή προφλεγμονωδών μεσολαβητών στα υμενοκύτταρα αρουραίων με κολλαγονο-επαγόμενη αρθρίτιδα, η οποία μπορεί να συνδέεται με την ικανότητά τους να ρυθμίζουν την cAMP-εξαρτώμενη EP(2)/ EP(4) - επαγόμενη οδό.
Συμπέρασμα μελέτης Wang QT et al, 2011
Η δράση αυτή μπορεί να είναι ένας από τους μηχανισμούς με τους οποίους οι TGP έχουν σημαντική θεραπευτική δράση στη ΡΑ.
Οι TGP έχουν αντιφλεγμονώδεις δράσεις αναστέλλοντας την παραγωγή μεσολαβητών της φλεγμονής, όπως η PGE2, LTB4, NO, είδη αντιδραστικού οξυγόνου και προφλεγμονώδεις κυτταροκίνες. 
Οι TGP μπορεί να καταστέλλουν τις υπερ-ενεργοποιημένες ανοσιακές απαντήσεις, αναστέλλοντας τον πολλαπλασιασμό των λεμφοκυττάρων, ισορροπώντας την διαφοροποίηση των Th και Ts κυττάρων και προκαλώντας απόπτωση των λεμφοκυττάρων
Η παιωνιφλορίνη ασκεί τις αντιφλεγμονώδεις και ανοσοτροποποιητικές της δράσεις ισορροπώντας την λειτουργία των Th1 και Th2 κυττάρων.
Οι ολικές γλυκοσίδες της παιώνιας αναστέλλουν την οξεία και υποξεία φλεγμονή καταστέλλοντας την αύξηση των συγκεντρώσεων των ενδοκυττάριων ιόντων ασβεστίου και αναστέλλοντας την παραγωγή των μεσολαβητών της φλεγμονής PGE2, LTB4 και NO. 
Οι TGP έχουν διπλές δράσεις στον πολλαπλασιασμό των λεμφοκυττάρων, την διαφοροποίηση των Th/Ts λεμφοκυττάρων και την παραγωγή των προφλεγμονωδών κυτταροκινών και των IgM αντισωμάτων, η οποία εξαρτάται από την δραστηριότητα των ανοσιακών απαντήσεων
Συμπέρασμα μελέτης Zhu L et al, 2005 
Οι TGP καταστέλλουν την αρθρική καταστροφή σε αρουραίους με αρθρίτιδα προκληθείσα από κολλαγόνο.  
Η θεραπευτική δράση των TGP μπορεί να συνδέεται με την ικανότητά τους να βελτιώνουν την έκκριση και τον μεταβολισμό των υμενοκυττάρων και να αναστέλλουν τον ανώμαλο πολλαπλασιασμό και την παραγωγή VEGF, bFGF, MMP-1 και MMP-3 από υμενοκύτταρα παρόμοια με μακροφάγα

Ανοσοτροποποιητικές δράσεις TGP

Δράση στον πολλαπλασιασμό και την απόπτωση των λεμφοκυττάρων
Οι TGP έχουν διπλές δράσεις στον προκαλούμενο από την κονκαβαλίνη Α πολλαπλασιασμό των σπληνοκυττάρων ποντικών (Wang XW et al, 1991). Οι TGP αυξάνουν τον πολλαπλασιασμό σε χαμηλές δόσεις (0.05 ∼0.4mg/L), αλλά τον αναστέλλουν σε μεγαλύτερες συγκεντρώσεις (0.4∼1.6mg/L). Παρόμοιες δράσεις έχουν οι TGP στον πολλαπλασιασμό των λεμφοκυττάρων (Li J et al, 1990; Wang XW et al, 1992). 
Οι TGP αυξορυθμίζουν την διαφοροποίηση των Τ βοηθητικών κυττάρων (Th) και των κατασταλτικών Τ - κυττάρων (Ts) και αναστρέφουν την ανασταλτική δράση της κυκλοσπορίνης Α στη διαφοροποίηση των Th και την ανασταλτική δράση της λεβαμιζόλης στην διαφοροποίηση των Ts. 
Σε χαμηλές συγκεντρώσεις (0.2mg/L), οι TGP αυξάνουν την αναλογία Th/Ts, αλλά μειώνουν την αναλογία αυτή σε υψηλότερες συγκεντρώσεις (6.0mg/L) (Wang XW et al, 1992). 
Οι TGP αναστέλλουν την όψιμη υπερευαισθησία σε ανοσοενεργοποιημένους ποντικούς μειορυθμίζοντας την αναλογία Th/Ts και τα επίπεδα του TNF-a στον ορό και αυξάνουν την όψιμη υπερευαισθησία σε ανοσοκατεσταλμένους ποντικούς, αυξορυθμίζοντας την αναλογία Th/Ts (Wang XW et al, 1990; Chen G et al, 2010). 
Σε αρουραίους με αρθρίτιδα από ανοσοενισχυτικό η παιωνιφλορίνη αναστέλλει σημαντικά τον πολλαπλασιασμό των λεμφοκυττάρων των λεμφαδένων του μεσεντερίου (Wu H et al, 2007). Ακόμα, προκαλεί απόπτωση των murine T- λεμφοκυττάρων και των ανθρώπινων λευχαιμικών Τ κυττάρων Jurkat μέσω ενός οξειδοαναγωγικού μηχανισμού (Tsuboi H et al, 2004). 
Δράσεις TGP στην παραγωγή των προφλεγμονωδών κυτταροκινών 
Οι TGP έχουν διπλές δράσεις στην παραγωγή IL-1 και IL-2, in vitro (Wei W et al, 1989; Li J et al, 1990) : 
Σε χαμηλές συγκεντρώσεις (0.5 ∼12.5mg/L) αυξάνουν την παραγωγή IL-1 από σπληνοκύτταρα ποντικών διεγερμένα από LPS, ενώ σε μεγαλύτερες συγκεντρώσεις (12.5∼312.5mg/L), αναστέλλουν την παραγωγή της (Li J et al, 1990). 
Αυξάνουν την παραγωγή IL-1 από μακροφάγα διεγερμένα από LPS και την παραγωγή IL-2 από σπληνοκύτταρα ποντικών διεγερμένα από ConA σε χαμηλότερες συγκεντρώσεις (0.5 ∼12.5mg/L), αλλά και την αναστέλλουν σε μεγαλύτερες συγκεντρώσεις (12.5∼62.5mg/ L) (Wei W et al, 1989; Liang JS et al, 1990). 
Σε αρουραίους με πειραματική κολίτιδα μειώνουν τα επίπεδα της IL-6, της IL-17 και της IL-23 στον ορό και αυξάνουν τα επίπεδα της εντερικής έκφρασης του TGF-β1 και του Foxp3 (Wang Z et al, 2010). 
Σε αρουραίους με αρθρίτιδα από ανοσοενισχυτικό, η παιωνιφλορίνη μειορυθμίζει σημαντικά τα επίπεδα της IL-2 και αυξορυθμίζει τα επίπεδα της IL-4 και του TGF-β1 (Wu H et al, 2007). 


Δράσεις στην παραγωγή αντισωμάτων 
Στα σπληνοκύτταρα ποντικών ανοσοποιημένα με ερυθρά αιμοσφαίρια προβάτων, οι TGP έχουν διπλές δράσεις στην παραγωγή IgM αντισωμάτων, in vitro (Wang XW et al, 1991; Wang XW et al, 1992). 
Σε χαμηλές συγκεντρώσεις οι TGP αυξάνουν, ενώ σε μεγαλύτερες, αναστέλλουν την παραγωγή των IgM αντισωμάτων. Πάντως, σε αρουραίους με κολλαγονοεπαγόμενη αρθρίτιδα, η θεραπεία με TGP, αν και βελτιώνει το οίδημα των ποδιών και την αρθρίτιδα, δεν μεταβάλλει τις συγκεντρώσεις των αντισωμάτων έναντι του κολλαγόνου τύπου ΙΙ (Wang QT et al, 2011).


Αντιοξειδωτικές δράσεις TGP
Σε αρουραίους, οι TGP προστατεύουν σημαντικά τις πρωτογενείς καλλιέργειες φλοιωδών κυττάρων εκτεθειμένων σε οξειδωτικό στρες από H2O2 (Kim SH et al, 2009).
Η παιωνιφλορίνη έχει νευροπροστατευτική δράση σε κύτταρα PC12 από την νευροτοξικότητα της γλουταμάτης, μέσω αναστολής του οξειδωτικού stress και της υπερφόρτισης Ca2+ (Mao QQ et al, 2010).  
Η παιωνιφλορίνη έχει αντιοξειδωτικές δράσεις στις επαγόμενες από LPS φλεγμονώδεις ηπατικές αντιδράσεις και στις διαβητικές νεφρικές βλάβες, in vivo (Kim ID and Ha BJ, 2010; Su J et al, 2010).
Δράσεις  Paeonia lactiflora Pallas στη ρευματοειδή αρθρίτιδα (Zhang W and Dai SM, 2012)
Σε ζώα με πειραματική αρθρίτιδα μειώνει τον πόνο, την διόγκωση των αρθρώσεων, την υπερτροφία του αρθρικού υμένα, την βαρύτητα των οστικών διαβρώσεων και την αποδόμηση του χόνδρου 
Καταστέλλει την φλεγμονώδη εξεργασία μειώνοντας την παραγωγή PGE2, LB4, ΝΟ, ειδών αντιδραστικού οξυγόνου, προφλεγμονωδών κυτταροκινών και χημειοκινών.
Αναστέλλει τον πολαπλασιασμό των λεμφοκυττάρων και των υμενοκυττάρων, την νεοαγγείωση και την παραγωγή των μεταλλοπρωτεϊνασών της θεμέλιας ουσίας. 
Ανακουφίζει από τα σημεία και συμπτώματα της ρευματοειδούς αρθρίτιδας, χωρίς σημαντικές επιπλοκές.


Αποτελεσματικότητα στη ρευματοειδή αρθρίτιδα
Du JH and Dong BD, 2005
Είδος μελέτης : Παρατήρηση κλινικής αποτελεσματικότητας της θεραπείας με μεθοτρεξάτη (ΜΤΧ) σε συνδυασμό με TGP σε 61 ασθενείς με ρευματοειδή αρθρίτιδα
Θεραπευτικό σχήμα : 30 ασθενείς πήραν μεθοτρεξάτη per os και άλλοι 31, μεθοτρεξάτη + TGP επί 3 μήνες
Αποτέλεσμα : Η συνδυασμένη θεραπεία ΜΤΧ + TGP ήταν εξίσου αποτελεσματική με την ΜΤΧ μόνη της, αν και εμείωσε περισσότερο την ΤΚΕ και την CRP (Du JH and Dong BD, 2005)
Συμπέρασμα : O συνδυασμός της μεθοτρεξάτης με TGP έχει ταχεία έναρξη δράσης, σταθερή κλινική αποτελεσματικότητα, λίγες επιπλοκές και μεγάλη συμμόρφωση, γι΄αυτό και είναι περισσότερο κατάλληλη σε ηλικιωμένους ασθενείς με ρευματοειδή αρθρίτιδα.
Zhao YX and Liu Y, 2006
Είδος μελέτης : Παρατήρηση κλινικού αποτελέσματος λεφλουνομίδης και TGP σε ασθενείς με ρευματοειδή αρθρίτιδα.
Θεραπευτικό σχήμα : 40 ασθενείς θεραπεύθηκαν με TGP + λεφλουνομίδη και άλλοι 40, με λεφλουνομίδη μόνη της επί 12 εβδομάδες.
Αποτέλεσμα : Οι ασθενείς που θεραπεύθηκαν με TGP + λεφλουνομίδη είχαν μεγαλύτερη βελτίωση των κλινικών και εργαστηριακών δεικτών από τους ασθενείς της 2ης ομάδας (97.5% vs 85.0%) (Zhao YX and Liu Y, 2006).
Συμπέρασμα : Ο συνδυασμός TGP και λεφλουνομίδης υπερέχει της λεφλουνομίδης μόνης της σε ασθενείς με ρευματοειδή αρθρίτιδα, δοθέντος ότι δρά ταχύτερα και έχει λιγότερες επιπλοκές (Zhao YX and Liu Y, 2006).
Wang Y and Xing HY
Είδος μελέτης : Παρατήρηση της αποτελεσματικότητας των TGP σε συνδυασμό με μεθοτρεξάτη σε 260 ασθενείς με ΡΑ. 
Θεραπευτικό σχήμα : 180 ασθενείς πήραν ΜΤΧ + TGP και άλλοι 80, ΜΤΧ + σουλφασαλαζίνη επί 24 εβδομάδες..
Αποτέλεσμα : Ο συνδυασμός της TGP + ΜΤΧ ήταν περισσότερο αποτελεσματικός από την ΜΤΧ + σουλφασαλαζίνη, έδρασε ταχύτερα και είχε λιγότερες επιπλοκές (Wang Y and Xing HY, 2007).
Chen Z, Li  XP,  Li ZJ, Xu L and Li XM, 2013
Είδος μελέτης : Ανοιχτή – σημασμένη, τυχαιοποιημένη διάρκειας 24 εβδομάδων σε 204 ασθενείς με ρευματοειδή αρθρίτιδα.
Θεραπευτικό σχήμα : ΜΤΧ (10 mg/εβδομάδα) + λεφλουνομίδη (20 mg ημερησίως) με/ή χωρίς TGP.
Αποτέλεσμα : Οι ασθενείς που θεραπεύθηκαν με TGP είχαν καλή ανταπόκριση και σημαντικά λιγότερο συχνά ηπατοτοξικότητα (Chen Z, Li  XP,  Li ZJ, Xu L and Li XM, 2013).


Αποτελεσματικότητα στην αγκυλοποιητική σπονδυλαρθροπάθεια
Wang SL et al, 2007
Είδος μελέτης : Κλινική παρατήρηση 67 ασθενών με αγκυλοποιητική σπονδυλαρθροπάθεια.
Θεραπευτικό σχήμα : 34 ασθενείς θεραπεύθηκαν με TGP + σουλφασαλαζίνη και άλλοι 33, με ΜΤΧ + σουλφασαλαζίνη. 
Αποτέλεσμα :  Οι δείκτες κλινικής αποτελεσματικότητας (πόνος οσφύος-περιφερικών αρθρώσεων, έκπτυξη θώρακα, διάρκεια πρωϊνής δυσκαμψίας, δοκιμασία Schober, δείκτης BASDAI και BASFI, επίπεδα ΤΚΕ και CRP, ακτινογραφίες ιερολαγονίων) βελτιώθηκαν σημαντικά και στις 2 ομάδες, με την διαφορά όμως ότι η ανακούφιση από τον πόνο στην οσφύ και τις περιφερικές αρθρώσεις ήταν μεγαλύτερη και οι επιπλοκές, λιγότερες, στους ασθενείς που θεραπεύθηκαν με TGP + SSZ (Wang SL et al, 2007).
Συμπέρασμα : Η TGP σε συνδυασμό με σουλφασαλαζίνη είναι αποτελεσματική στην αγκυλοποιητική σπονδυλαρθροπάθεια και έχει λιγότερες και ηπιότερες ανεπιθύμητες ενέργειες.


Αποτελεσματικότητα στην ψωριασική αρθρίτιδα
Σε μία μελέτη, 19 ασθενείς με ψωριασική αρθρίτιδα που θεραπεύθηκαν με TGP επί 12 εβδομάδες είχαν βελτίωση του DAS28, μείωση του αριθμού των Treg και Th1 κυττάρων και ταυτόχρονα των επιπέδων των κυτταροκινών τύπου Th-1 και των επιπέδων της IL-6 στον ορό (Wang YN et al, 2013).
Αποτελεσματικότητα στο σύνδρομο Sjogren
Zhang HF et al, 2007
Είδος μελέτης : Αναδρομική μελέτη ασθενών με σύνδρομο Sjogren.
Θεραπευτικό σχήμα : 27 ασθενείς θεραπεύθηκαν με TGP και άλλοι 20, με υδροξυχλωροκίνη επί 2 χρόνια.
Αποτέλεσμα : Οι TGP ήταν εξίσου αποτελεσματικές με την υδροξυχλωροκίνη (αύξησαν σημαντικά την έκκριση σιέλου, εμείωσαν τα επίπεδα των γ-σφαιρινών στον ορό και βελτίωσαν την δοκιμασία Schirmer), αλλά είχαν λιγότερες επιπλοκές και άρχισαν να δρούν μετά από 6-12 μήνες (Zhang HF et al, 2007).
Συμπέρασμα : Η TGP είναι εξίσου αποτελεσματική με την υδροξυχλωροκίνη στο σύνδρομο Sjogren, αλλά είναι περισσότερο ασφαλής και αρχίζει να δρά μετά από 6-12 μήνες.

Αποτελεσματικότητα στον συστηματικό ερυθηματώδη λύκο
Οι TGP είναι αποτελεσματικές στη θεραπεία των ασθενών με ΣΕΛ, δεδομένου ότι μπορούν να μειώσουν την μέση καθημερινή δόση της πρεδνιζόνης και την ολική δόση της κυκλοφωσφαμίδης και τις υποτροπιάζουσες περιπτώσεις και τα επεισόδια των λοιμώξεων (Zhang EF et al, 2011).
Οι TGP μειώνουν σημαντικά το ποσοστό και τον αριθμό των Treg κυττάρων σε CD4 (+) T-κύτταρα λύκου και αυξάνουν την έκφραση της Foxp3 σε CD4 (+) T-κύτταρα λύκου μειορυθμίζοντας τα επίπεδα της μεθυλίωσης του προαγωγού του Foxp3 και την έκφραση της IFN-γ και της IL-2 στα θεραπευμένα με TGP CD4 (+) T κύτταρα λύκου (Zhao M et al, 2012). 
Σύμφωνα με την τελευταία μελέτη, οι TGP αναστέλλουν την αυτοανοσία σε ασθενείς με ΣΕΛ επάγοντας την διαφοροποίηση των Treg κυττάρων, η οποία μπορεί να οφείλεται στην ικανότητά της να ρυθμίζει την κατάσταση της μεθυλίωσης του προαγωγού του Foxp3 και να ενεργοποιήσει την IFN-γ και την σηματοδότηση της IL-2.  


ΣΚΕΥΑΣΜΑΤΑ
Pafulin
H παιώνια λαμβάνεται από το στόμα ως τέϊο (1 gr άνθη παιώνιας σε 150 ml βρασμένο νερό επί 10-15 λεπτά).


ΑΝΕΠΙΘΥΜΗΤΕΣ ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ ΤΗΣ ΠΑΙΩΝΙΑΣ

  • Ναυτία

  • Εμετοι

  • Διάρροια (ήπια)

  • Δερματικά εξανθήματα

  • Κνίδωση

  • Δύσπνοια

  • Θωρακικός πόνος

ΑΛΛΗΛΕΠΙΔΡΑΣΕΙΣ
Ορμονικοί παράγοντες


In vitro και στον άνθρωπο έχει δειχθεί ότι η παιώνια μπορεί να αλληλεπιδράσει με ορμονικούς παράγοντες όταν συνδυάζεται με διάφορα προϊόντα. Προσοχή σε γυναίκες με οιστρογονο-ευαίσθητους καρκίνους ή σε ασθενείς που παίρνουν ορμονικούς παράγοντες (αντισυλληπτικά δισκία και ορμονική θεραπεία αναπλήρωσης)


Αντιπηκτικά - ΜΣΑΦ
Η παιώνια μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο της αιμορραγίας όταν συγχορηγείται με φάρμακα συνδεόμενα με αυξημένο κίνδυνο αιμορραγίας, π.χ. ασπιρίνη, αντιπηκτικά (κουμαδίνη, ηπαρίνη), αντιαιμοπεταλιακά (π.χ. κλοπιδογρέλη) και μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη (π.χ. ιμπουπροφαίνη, ναπροξένη) φάρμακα. Εχει αναφερθεί ένα περιστατικό με εύκολες ουλορραγίες, επίσταξη και δερματικές εκχυμώσεις με φυσιολογικό INR σε έναν 61 χρονο άνδρα σταθεροποιημένο με την θεραπεία με βαρφαρίνη. Ο κίνδυνος αιμορραγίας υπάρχει ακόμα και όταν η παιώνια συγχορηγείται με βότανα και συμπληρώματα συνδεόμενα με αυξημένο κίνδυνο αιμορραγίας. π.χ. Ginkgo biloba (συχνά) και σκόρδο και saw palmetto (λιγότερο συχνά).


Αλληλεπιδράσεις με άλλους παράγοντες


Η ρίζα της παιώνιας μπορεί θεωρητικά να καθυστερήσει την απορρόφηση της φαινυτοΐνης (Dilantin), μειώνοντας τις θεραπευτικές της δράσεις. Η παιώνια μειώνει σημαντικά την κλινική βιοδιαθεσιμότητα του φερουλικού οξέος (το οποίο προέρχεται από το φυτό Ligusticum walichii). Η παιώνια μπορεί να αυξήσει τις δράσεις των αγγειοδιασταλτικών, in vitro. Σε μερικούς ασθενείς με νεφρίτιδα ο συνδυασμός της παιώνιας με άλλα προϊόντα μπορεί να μειώσει τις ανάγκες σε γλυκοκορτικοειδή.
Η παιώνια μπορεί να αλληλεπιδράσει με την ταμοξιφένη και άλλα φάρμακα (π.χ. για την θεραπεία του AIDS, ανοσοκατασταλτικά, αντικαρκινικά, αντιφλεγμονώδη, αντι-ιικά, αντιυπερτασικά, αντι- υπερχοληστεριναιμικά).


Άλλες αλληλεπιδράσεις
Η ένεση 5 mL Paeonia lactiflora 100% ενδοφλεβίως και μέσα στην πνευμονική αρτηρία βελτιώνει σημαντικά την γλοιότητα του αίματος και του πλάσματος.
Κύηση - γαλουχία
Η παιώνια δεν συνιστάται στη διάρκεια της κύησης και της γαλουχίας, γιατι δεν υπάρχουν σχετικές πληροφορίες. Η παιώνια έχει ορμονικές δράσεις και έχει χρησιμοποιηθεί παραδοσιακά ως εμμηναγωγό ή εκτρωσιογόνο φάρμακο.


ΤΕΛΙΚΟ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ
Οι ολικές γλυκοσίδες της παιώνιας είναι αποτελεσματικές στην ανακούφιση από τον πόνο σε διάφορα πειραματικά ζωικά μοντέλα. Οι περισσότερες κλινικές μελέτες έχουν δείξει ότι οι TGP έχουν θεραπευτικό όφελος σε διάφορα ρευματικά νοσήματα, όπως ο συστηματικός ερυθηματώδης λύκος, η ρευματοειδής αρθρίτιδα, το σύνδρομο Sjogren, η αγκυλοποιητική σπονδυλαρθροπάθεια και η ψωριασική αρθρίτιδα.

Κάντε εγγραφή στο κανάλι μας για να δείτε και αδημοσίευτες συνεντεύξεις

 

Τελευταία άρθρα